Μεγάλο τμήμα των απαιτούμενων επενδύσεων θα είναι σε οχήματα και τις μπαταρίες τους αλλά και στο δίκτυο φόρτισης
Στα 41,9 δισ. ευρώ υπολογίζεται το σύνολο των επενδύσεων και των καταναλωτικών δαπανών που αναλογούν στα ελληνικά νοικοκυριά για να «πρασινίσουν» τις μετακινήσεις τους έως το 2030.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το τελευταίο draft του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο έχει αποσταλεί στους φορείς της αγοράς για διαβούλευση, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της ενεργειακής μετάβασης, τα νοικοκυριά θα πρέπει για τη διετία 2024-2025 να δαπανήσουν 8,4 δισ. ευρώ (4,21 δισ. ευρώ ετησίως) και για την πενταετία 2025-2030 άλλα 33,5 δισ. ευρώ (6,7 δισ. ευρώ ετησίως) για ηλεκτροκίνητα ή υβριδικά οχήματα και δίκυκλα, καθώς και για πιο «καθαρά» καύσιμα.
Αντιστοίχως, για το «πρασίνισμα» του υπόλοιπου τομέα των μεταφορών θα απαιτηθούν περί τα 50,7 δισ. ευρώ, ήτοι 14,2 δισ. ευρώ την επόμενη διετία 2024-2025 και 36,5 δισ. ευρώ ανά έτος την περίοδο 2025-2030.
Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, στόχος είναι η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στον τομέα των μεταφορών να φτάσει στο 29% το 2030, ο οποίος θα εξυπηρετηθεί πρωτίστως από την ηλεκτροκίνηση, αλλά επίσης από τη χρήση «πράσινου» υδρογόνου και άλλων ανανεώσιμων υγρών καυσίμων βιολογικής ή μη βιολογικής προέλευσης.
Για τα τελευταία τίθεται δεσμευτικός στόχος να καλύψουν το 2030 το 1% του συνόλου των καυσίμων του κλάδου των μεταφορών, με το μερίδιό τους να αυξάνεται τα επόμενα χρόνια με στόχο να φτάσει στο 23% έως το 2040.
Έρχονται νέοι φόροι
Ωστόσο, η μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα θα φέρει νέα προβλήματα τα οποία θα πρέπει να επιλυθούν από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Όπως επισημαίνουν οι συντάκτες του νέου ΕΣΕΚ, με την υλοποίηση των στόχων, θα περιοριστεί η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα -κυρίως πετρελαιοειδή στον τομέα των μεταφορών – τα οποία λόγω της υψηλής φορολόγησης τους αποδίδουν σημαντικά φορολογικά έσοδα στο ελληνικό κράτος.
Η μείωση αυτή θα γίνει προς όφελος των πιο φιλικών προς το περιβάλλον ενεργειακών προϊόντων, τα οποία δεν θα φορολογούνται ώστε να προωθηθούν στην αγορά. «Η κάλυψη του δημοσιονομικού κενού που θα προκύψει θα πρέπει να καλυφθεί από νέους φόρους που θα πρέπει να σχεδιασθούν ώστε να μην εναντιώνονται ή να μην συμβάλλουν αρνητικά στη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα», σημειώνεται χαρακτηριστικά στο τελικό κείμενο του ΕΣΕΚ που έχει δοθεί για διαβούλευση.
Εξηλεκτρισμός των ελαφρών μεταφορών
Στο επίκεντρο του νέου σχεδίου βρίσκεται η ηλεκτροκίνηση στα ελαφρά, μεσαία, αλλά και στα βαρέα οχήματα, με ταυτόχρονη ανάπτυξη των υποδομών φόρτισης και αλληλεπίδρασης με το δίκτυο. Μεγάλο τμήμα των απαιτούμενων επενδύσεων θα είναι σε οχήματα και τις μπαταρίες τους αλλά και στο δίκτυο φόρτισης με υποστήριξη δυναμικής τιμολόγησης με έξυπνα συστήματα.
Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια οικονομία ανακύκλωσης μπαταριών, η οποία θα μπορούσε να έχει περιφερειακό ρόλο στα Βαλκάνια.
Βάσει των υποχρεώσεων που απορρέουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τον νέο Κανονισμό για τις υποδομές εναλλακτικών καυσίμων (AFIR), στη χώρα θα πρέπει να βρίσκονται εγκατεστημένοι, σε ετήσια βάση, δημοσίως προσβάσιμοι σταθμοί φόρτισης συνολικής ισχύος εξόδου που θα αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 1,3 kW για κάθε κυκλοφορούν αμιγώς ηλεκτρικό όχημα (επιβατικό ή βαν) και σε 0,8 kW για κάθε κυκλοφορούν plug-in υβριδικό όχημα.
Με βάση αυτήν την αναλογία, και τις προβλέψεις για τον στόλο ηλεκτρικών οχημάτων που θα κυκλοφορεί ετησίως στη χώρα, προκύπτει η ανάγκη για ανάπτυξη δικτύου δημοσίως προσβάσιμων υποδομών φόρτισης, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος άνω των 800 ΜW το 2030.
Στόχος έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας είναι το 33% των ηλεκτρικών οχημάτων (εκτός φορτηγών) στις νέες πωλήσεις να είναι ηλεκτρικό και το 78% έως το 2035, οπότε παράλληλος στόχος είναι ένα 7% των αντίστοιχων οχημάτων να είναι υδρογόνου.